«Εσύ με τι ασχολείσαι;», με ρωτούν -στον ενικό ή στον πληθυντικό, δεν έχει σημασία. «Με την επικοινωνία», απαντώ συνήθως πολύ αφαιρετικά, ξέροντας πως με την απάντησή μου στην ουσία ανοίγω κουβέντα. «Επικοινωνία; Δηλαδή τι ακριβώς; Εννοείς διαφήμιση;», συνεχίζουν συνήθως. Κι ανάλογα με τον συνομιλητή, τη συνθήκη και τον βαθμό ενδιαφέροντος αποφασίζω την απάντηση – το αν, το βάθος και το βάρος της.
Σε γενικές γραμμές, η ερώτηση «με τι ασχολείσαι» δεν είναι εύκολη, εκτός αν κάνεις κάτι που εξ ορισμού μπορεί να περιγραφεί μονολεκτικά ή, έστω, με ελάχιστες λέξεις, όπως συμβολαιογράφος, δερματολόγος ή δασκάλα, με τα αναγκαία συμπληρώματα. Τα πράγματα ζορίζουν όταν κάνεις κάτι που χρειάζεται περαιτέρω υπομνηματισμό ή όταν δεν μπορείς να αυτοχαρακτηριστείς με ένα, μόνο, πράγμα, όπως συμβαίνει στην περίπτωσή μου. Μα και στη μία περίπτωση -της μίας ιδιότητας- πάλι είναι χρήσιμο να μπορείς να πεις αυτό το «κάτι παραπάνω» που θα σε διαφοροποιήσει από τους πολλούς και θα κάνει την απάντησή σου να είναι όσο πιο ξεχωριστή και όσο πιο δική σου.
Στον κόσμο της επικοινωνίας, αυτή η ανάγκη είναι γνώριμη και έχει, βεβαίως, τη θεραπεία της. Οι παλιοί του κλάδου αναφέρονται συχνά στην «ομιλία του ασανσέρ» (elevator speech), μια σύντομη περιγραφή που ο καθένας μας αξίζει τον κόπο να δημιουργήσει προκειμένου να μπορεί να δείξει με συντομία τον καλύτερό του εαυτό.
Η αρχή είναι δοκιμασμένη και εύκολα κατανοητή. Φανταστείτε πως βρίσκεστε στο ασανσέρ με κάποιον που σας απευθύνει αυτήν, ακριβώς, την ερώτηση και σας ενδιαφέρει να την απαντήσετε με τον καλύτερο τρόπο. Ας υποθέσουμε πως είναι ένα αγόρι -ή κορίτσι- που σας αρέσει, κάποιο διευθυντικό στέλεχος της εταιρίας σας ή κάποιος φίλος φίλων που τυχαίνει να σας συναντήσει απρόσμενα εκεί. Ναι, μπορείτε να απαντήσετε μονολεκτικά «δικηγόρος» ή «σύμβουλος επικοινωνίας», μα η συμβουλή των ειδικών λέει να εξαντλήσετε το χρόνο των λίγων δευτερολέπτων που συνήθως μεσολαβούν μέχρι να φτάσετε από το ισόγειο στον τέταρτο ή το ανάποδο (η απόσταση μέση και τυχαία, χάριν συνεννόησης) για να δώσετε στον άλλο τις πληροφορίες που θα φωτίσουν αυτό που κάνετε και θα τον κάνουν να σας ξεχωρίσει και να σας θυμάται. Έτσι, μπορείτε να απαντήσετε «είμαι δικηγόρος, με εξειδίκευση στα πνευματικά δικαιώματα», ή «είμαι δασκάλα και εργάζομαι σε ένα ειδικό σχολείο» ή «αυτόν τον καιρό εργάζομαι ως πωλητής, αν και είμαι μηχανικός υπολογιστών».
Όπως λένε οι ειδικοί, πέρα από τη γενική περιγραφή, τα 30 με 40 δευτερόλεπτα που υπολογίζουμε γι΄αυτή τη «διαδρομή» είναι αρκετά για να καταφέρετε να χωρέσετε και κάτι ακόμα -ένα ποιοτικό στοιχείο που μπορεί να κάνει πραγματική διαφορά στον τρόπο με τον οποίο ο άλλος σας αντιλαμβάνεται. Για παράδειγμα, στη δική μου περίπτωση μπορώ να πω γενικόλογα: «είμαι σύμβουλος επικοινωνίας» -ακατανόητο σε αρκετούς, όπως δείχνει η εμπειρία- να προσθέσω «ειδικεύομαι στο λεκτικό περιεχόμενο, δηλαδή βρίσκω τις σωστές λέξεις για να φτιάξω δυνατά σλόγκαν και κείμενα για τους πελάτες μου» ή, ακόμα καλύτερα, «βοηθώ τους πελάτες μου να ενισχύσουν τη φήμη τους, να προωθήσουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους και να αποκτήσουν μεγαλύτερο κύρος, χρησιμοποιώντας το λόγο».
Η διαφορά στο αποτέλεσμα είναι συντριπτική. Στην πρώτη περίπτωση, ο τυχαίος συνομιλητής μάς συνδέει με έναν επαγγελματικό τίτλο, συχνά γενικό και αδιάφορο. Στη δεύτερη κατανοεί κάτι περισσότερο σχετικό με τη φύση της δουλειάς μας, με αυτό που συνιστά την καθημερινότητά της. Στην τρίτη, ωστόσο, συνδέει το επάγγελμά μας με το πραγματικό όφελος που αυτό προσδίδει, με το αποτύπωμά μας στον κόσμο. Η επαγγελματική μας ιδιότητα «γεμίζει» ουσιαστικό περιεχόμενο, όποια κι αν είναι. Μπορεί να είμαστε «ο καφετζής που πάντοτε φέρνει τον καφέ στην ώρα του» ή «η γιατρός που έχει κάνει τις περισσότερες μεταμοσχεύσεις σε παιδιά». Αίφνης, δεν είμαστε τίτλος, αλλά προσωπικότητα. Με λίγες λέξεις και σε λίγα λεπτά.
Γι΄αυτό, μαζί με το βιογραφικό σας και τις κάθε λογής παρουσιάσεις που χρησιμοποιείτε για τη δουλειά σας, δαπανήστε και λίγο χρόνο για να σκεφτείτε τι είναι αυτό που θέλετε να μάθουν -και να θυμούνται- οι άλλοι για εσάς. Προσδιορίστε το, κάντε το όσο πιο σύντομο και σαφές μπορείτε, έπειτα όσο πιο «δικό σας». Και την επόμενη φορά που θα σας ρωτήσουν με τι ασχολείστε, διαλέξτε το πιο καλό σας χαμόγελο και αναδείξτε εσάς, σε τριάντα μόλις δευτερόλεπτα!